Ο μικρός Κωστάκης μπαίνει μέσα στη κουζίνα όπου η μητέρα του ετοίμαζε το φαγητό.Πλησίαζαν τα γενέθλιά του και σκέφτηκε πως θα ήτανε μια καλή ευκαιρία για να πει στη μητέρα του τι δώρο ήθελε.
Της λέει λοιπόν τότε ο μικρός Κωστάκης : “Μαμά θα ήθελα ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου”.Ο μικρός Κωστάκης ήταν πολύ άτακτος και μέσα στο σπίτι δημιουργούσε συνέχεια φασαρίες.Έτσι λοιπόν η μητέρα του τον ρώτησε αν πιστεύει ότι δικαιούται τέτοιο δώρο.
“Φυσικά”, απαντάει ο Κωστάκης. Η μητέρα του όμως ήθελε να βάλει τον γιο της να σκεφτεί τη συμπεριφορά του όλο τον χρόνο που είχε περάσει. Έτσι του είπε να πάει στο δωμάτιό του και να σκεφτεί πως φέρθηκε όλους τους προηγούμενους μήνες από τα προηγούμενα γενέθλιά του. Έπειτα να γράψει ένα γράμμα στον Θεό που να εξηγεί γιατί αξίζει το ποδήλατο.
Έτσι ο μικρός Κωστάκης πηγαίνει στο δωμάτιό του και αρχίζει να γράφει:
ΓΡΑΜΜΑ ΠΡΩΤΟ
Αγαπητέ Θεούλη
Φέτος ήμουνα πολύ καλό παιδί και θα ήθελα ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου. Θα το προτιμούσα σε μπλε χρώμα.
Με εκτίμηση Κωστάκης.
Ο Κωστάκης όμως ήξερε ότι αυτά που έγραψε δεν ήταν αλήθεια. Δεν ήταν και τόσο καλό παιδί. Έτσι, έσκισε το πρώτο γράμμα και ξανάρχισε.
ΓΡΑΜΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ
Αγαπητέ Θεούλη
Είμαι ο φίλος σου ο Κωστάκης. Ήμουν καλό παιδί φέτος και θα ήθελα ένα μπλε ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.
Σε ευχαριστώ.
Με εκτίμηση Κωστάκης.
Ήξερε όμως ότι ούτε αυτό ήταν αλήθεια. Έτσι έσκισε αυτό το γράμμα και άρχισε ξανά.
ΓΡΑΜΜΑ ΤΡΙΤΟ
Αγαπητέ Θεούλη
Ήμουν εντάξει τη χρονιά που πέρασε. Θα ήθελα ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.
Με εκτίμηση Κωστάκης.
Ο Κωστάκης ήξερε πως ούτε αυτό το γράμμα μπορούσε να το στείλει στο Θεό.
Έτσι έγραψε άλλο γράμμα από την αρχή.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
Αγαπητέ Θεέ
Ξέρω πως δεν ήμουν και πολύ καλό παιδί φέτος. Λυπάμαι πραγματικά.
Θα γίνω όμως καλύτερος εάν μου στείλεις ένα ποδήλατο για τα γενέθλιά μου.
Ευχαριστώ.
Με εκτίμηση Κωστάκης.
Ο μικρός ήξερε όμως, ότι ακόμη κι αν έλεγε αλήθεια, αυτό το γράμμα δεν θα του έφερνε το ποδήλατο. Πήγε στην κουζίνα και είπε στη μητέρα του ότι ήθελε να πάει στην εκκλησία. Η μαμά σκέφτηκε ότι το κόλπο της είχε πιάσει, μιας και είδε τον μικρό να είναι σκεφτικός και λυπημένος. “Πήγαινε, αλλά να γυρίσεις γρήγορα” του είπε. Ο Κωστάκης πάει στην εκκλησία της γειτονιάς. Μπήκε μέσα κι έριξε μια ματιά γύρω του να δει αν ήταν κανένας άλλος εκεί. Προχώρησε προς το ιερό και βρήκε μια εικόνα της Παναγίας. Πολύ προσεκτικά την ξεκρέμασε και την έχωσε κάτι από το παλτό του και έφυγε από την εκκλησία τρέχοντας. Μπήκε γρήγορα στο σπίτι του, χώθηκε στο δωμάτιό του και πήρε μολύβι και χαρτί.
ΓΡΑΜΜΑ ΠΕΜΠΤΟ
Θεέ
Έχω στα χέρια μου τη μάνα σου.
Αν θέλεις να την ξαναδείς, στείλε μου το ποδήλατο.
Ξέρεις ποιος.