Ούτε οι χειρότεροι εχθροί των ΗΠΑ θα μπορούσαν να διανοηθούν ένα τόσο ταπεινωτικό φινάλε στον πιο μακρύ πόλεμο της ιστορίας τους. Λίγες ημέρες προτού συμπληρωθούν 20 χρόνια από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου που συγκλόνισαν τις ΗΠΑ, οι Ταλιμπάν, που είχαν προσφέρει άσυλο στον Οσάμα μπιν Λάντεν, επανήλθαν στην εξουσία κατακτώντας όλα τα αστικά κέντρα μέσα σε λίγα μόνο εικοσιτετράωρα. Το διαμάντι του στέμματος, η πρωτεύουσα Καμπούλ, μια πόλη πέντε εκατομμυρίων κατοίκων, έπεσε χωρίς να υπάρξει η παραμικρή αντίσταση από τον αφγανικό στρατό, για τη στελέχωση και εκπαίδευση του οποίου δαπανήθηκαν εκατοντάδες δισ. δολάρια. Την ώρα που γενειοφόροι μαχητές φωτογραφίζονταν μέσα στο προεδρικό μέγαρο του Ασράφ Γκάνι, ο μέχρι προ ολίγων ωρών ένοικος του κτιρίου πετούσε για κάποια γειτονική πρώην σοβιετική δημοκρατία, κουβαλώντας μαζί του όσο περισσότερα μπορούσε από το δημόσιο ταμείο της χώρας που κυβερνούσε.
Κεραυνοβολημένοι από την αστραπιαία ταχύτητα των εξελίξεων, οι Αμερικανοί και οι κυριότεροι σύμμαχοί τους στον εικοσαετή πόλεμο είχαν ως μόνο μέλημα την ασφαλή φυγάδευση του προσωπικού τους από την Καμπούλ, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες Αφγανοί, μεταξύ των οποίων αρκετοί συνεργάτες των συμμαχικών αποστολών, αφήνονταν στη μοίρα τους, καθώς προσπαθούσαν απεγνωσμένα να εγκαταλείψουν τη χώρα. Περίπου 6.000 Αμερικανοί στρατιώτες, οι περισσότεροι των οποίων έφτασαν στο Αφγανιστάν εσπευσμένα τα τελευταία εικοσιτετράωρα, είχαν αναλάβει το έργο της φυγάδευσης.
Η Αστερόεσσα κατέβηκε από την πρεσβεία της Καμπούλ και στρατιωτικά ελικόπτερα μετέφεραν το προσωπικό της στο αεροδρόμιο, ενώ Αμερικανοί ανέλαβαν τον έλεγχο των πτήσεων.
Κάπως πιο άνετη ήταν η φυγή του Ασράφ Γκάνι. Σύμφωνα με τη ρωσική πρεσβεία στην Καμπούλ, ο μέχρι προχθές πρόεδρος διέφυγε αφού παραγέμισε το ελικόπτερό του και τέσσερα αυτοκίνητα με χρήματα από το δημόσιο ταμείο, κάποια από τα οποία έμειναν στον χώρο του αεροδρομίου διότι δεν χωρούσαν.