Ήταν 16 Μαρτίου 2016 όταν αποφάσισα να μεταβώ στην Παιανία να συναντήσω τον αείμνηστο γίγαντα του ποδοσφαίρου Κώστα Πολυχρονίου.
Ήταν υγιέστατος δυνατός σαν Ταύρος γεμάτος ζωή, και παρά τα 80 του χρόνια φαινόταν πολύ νεώτερος.
Ποιος το περίμενε ότι μετά από δυο χρόνια και κάτι ψηλά θα του χτύπαγε ο χάρος την πόρτα, 1-6-2018.
Με τον Κώστα Πολυχρονίου γνωριζόμασταν προσωπικά αρκετά χρόνια, ακτινοβολούσε ήθος,σεβασμό, προσωπικότητα. Πάντα του μιλούσα στον πληθυντικό δεν μου έβγαινε ο ενικός.
Ήταν ένας από τα ινδάλματά μου στα παιδικά μου χρόνια.
Στην συνέντευξη μου έκαναν δυο πράγματα εντύπωση: Πρώτον όταν ξεκίνησα και του είπα νιώθω δέος και μεγάλη τιμή που βρίσκομαι απέναντί σας για να μου δώσετε συνέντευξη, μου απάντησε:
– Και για μένα είναι μεγάλη τιμή που θα δώσω μια συνέντευξη σε έναν άνθρωπο που έχει παρακολουθήσει σχεδόν όλη την καριέρα μου μέσα στα γήπεδα.
– Δεύτερον όταν τελείωσε η συνέντευξη και μπήκαμε με τον γιο μου στο αυτοκίνητο να φύγουμε,για την Αθήνα μπήκε και εκείνος στο δικό του αυτοκίνητο για να μας δείξει πως θα βγούμε στην Αττική οδός, Άρχοντας σε όλα ο Κώστας Πολυχρονίου.
Άς ξεκινήσουμε την συνέντευξη όρεξη να έχετε να την διαβάσετε έτσι κι αλλιώς όλη μέρα μέσα στο σπίτι μένουμε με αυτό που μας βρήκε στα καλά καθούμενα, με τον αόρατο εχθρό τον κορωνοϊό.
Ήταν το «λιοντάρι» του Ολυμπιακού και της Εθνικής Ελλάδος, σταθερότερος ποδοσφαιριστής που γνώρισαν ως τώρα οι φίλαθλοι. Ο χαλύβδινος Κώστας Πολυχρονίου ήξερε να ακινητοποιεί τα μεγαλύτερα αστέρια του κόσμου.
Ανάμεσα στα θύματά του ήταν οι Φέρενς Πούσκας, Ζίστ Φονταίν, Πελέ, Γιόζεφ Μάζοπουστ και Ρετσέπ. Στην Εθνική είχε 27 συμμετοχές. Διακρινόταν από το αλύγιστο πείσμα του και την μαχητικότητά του.
Την χρυσή δεκαετία του ‘50, συμμετείχε στα τέσσερα από τα έξι συνεχόμενα πρωταθλήματα και τα τρία ντάμπλ. Ήταν ο μοναδικός ποδοσφαιριστής μου συνέδεσε το όνομά του και με τα δυο πρωταθλήματα της διετίας του Μάρτον Μπούκοβι 1966-67.
Οι αδελφοί Χέλμη ξεχώρισαν τον νεαρό Κώστα το καλοκαίρι του 1953 και τον έκαναν δικό τους χωρίς δεκάρα από την ομάδα του Παμπαιανικού. Στην αρχή της καριέρας του αγωνίσθηκε ως επιθετικός και σύντομα καθιερώθηκε στη μεσαία γραμμή ενώ πολύ γρήγορα όλη η Ελλάδα μιλούσε για τον κορυφαίο αμυντικό μέσο της επικράτειας.
Η μεγάλη του ιστορία με την φανέλα του Ολυμπιακού κράτησε από το 1953 μέχρι την περίοδο 1968-69 . Στα 16 χρόνια θητείας του κατέκτησε τα πάντα και γνώρισε μεγάλες στιγμές δόξας και επιτυχίας. Στον ημιτελικό του κυπέλλου στις 10-6-1956, ο Ολυμπιακός αντιμετώπιζε τον Άρη στου Χαριλάου.
Μέσα σε μια εντυπωσιακή ατμόσφαιρα, ο Κώστας Πολυχρονίου σημειώνει χατ τρικ 3-0 (50’, 52’, 82’) και έστειλε τον Θρύλο σε ένα ακόμη τελικό αλλά έχασε από την ΑΕΚ στη Λεωφόρο με 2-1 (σκόρερ οι Χανιώτης 21’ Δαρίβας 27’ Κανάκης 67’).
-Πως ήταν τα παιδικά σας χρόνια κατά την περίοδο της κατοχής;
–Ήρθα στην Παιανία το 1940-41 σε ηλικία 4-5 χρ. Γεννήθηκα 12 στις Νοεμβρίου το 1936 στο Πλατανιστό Ευβοίας και μωρό με φέρανε οι γονείς μου στην Κυψέλη. Ο κόσμος πεινούσε, πέθαινε στο δρόμο. Έτσι ο πατέρας πήρε την οικογένεια με τα 4 κορίτσια και τα δύο αγόρια και μας έφερε στην Παιανία. Εδώ, τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα, δεν πεινούσαμε. Υπήρχε αλληλεγγύη, και πολλά περιβόλια που μας τάιζαν.
-Πότε ξεκινήσατε να παίζετε ποδόσφαιρο;
–Τότε όλα τα παιδιά το μόνο πράγμα που έκαναν ήταν να παίζουνε ποδόσφαιρο. Ξεκίνησα από μια μικρή ομάδα τη Σέζα χωρίς δελτίο, ερασιτεχνικά. Το όνειρό μου ήταν να παίξω στην πρώτη ομάδα του Παμπαιανικού.
Μια Κυριακή θα έπαιζε ο Παμπαιανικός με τον Πανλαυρεατικό για να δει όλο το χωριό ποδόσφαιρο. Μάθαμε όμως ότι το φορτηγό που μετέφερε την ομάδα έμεινε στο δρόμο. Έτσι αποφασίσθηκε να χωριστούμε σε δύο ομάδες για να παίξουμε μπάλα. Έλειπε όμως ένας παίκτης και καθυστερούσε η έναρξη.
Κι όπως καθόμουνα στην άκρη του γηπέδου δέχομαι ένα σπρώξιμο από έναν φίλαθλο και μου λέει «μπες μέσα ρε μικρέ να ξεκινήσει το παιχνίδι». Έτσι μπήκα μέσα και στα 15 μου πέτυχα τα δύο πρώτα μου γκολ. Ο κόσμος ενθουσιάσθηκε, ρωτούσαν όλοι ποιός είμαι. Ένα σπρώξιμο ήταν η αιτία να παίξω ποδόσφαιρο και να δείξω το ταλέντο που είχα. Ήταν το χέρι του Θεού που μ’ έσπρωξε και να φτάσω τόσο ψηλά. Αμέσως με κάλεσε ο πρόεδρος της ομάδος για να παίξω στην θέση έξω αριστερά αν και ήμουν δεξιοπόδαρος.
-Πώς πήγατε στον Ολυμπιακό;
–Έπαιξα 1.5 χρόνο στον Παμπαιανικό. Την εποχή εκείνη στην ομάδα έπαιζε ένας πολύ καλός σέντερ-φορ, ο Στάμος, ξάδερφος του Θόδωρα Αλούπη τερματοφύλακα του Παναθηναϊκού και είχαν πει στον προπονητή του Παναθηναϊκού κ. Γκέιμ να έρθει να τον δει.
Κατά την διάρκεια ενός παιχνιδιού με τον Χαραυγιακό, ο Γκέιμ είδε εμένα και λέει «αυτόν τον ξανθό θέλω στον Παναθηναϊκό». Εμείς είχαμε προπονητή τον Αλέκο Χατζησταυρίδη. Ήταν Κυριακή και Τετάρτη κλείστηκε το ραντεβού να με πάνε στον Παναθηναϊκό.
Όμως ο Χατζησταυρίδης έδωσε εντολή στον Νίκο Χατζόπουλο την Δευτέρα να με πάει στο Καραϊσκάκης στους Χέλμηδες για προπόνηση. Εγώ ΑΕΚτζης ήμουν γιατί θαύμαζα τον πατριώτη μου Κώστα Πούλη από την Εύβοια. Κατεβαίνουμε, λοιπόν, στο Καραϊσκάκης. Πήγαμε, θυμάμαι, με το Λεωφορείο στο Θησείο και μετά με τον Ηλεκτρικό στο Φάληρο. Στη φαντασία μου είχα πλάσει ότι θα συναντούσα γίγαντες στον Ολυμπιακό. Πρώτα είδα έναν σχεδόν δίμετρο καραφλό και λέω από μέσα μου «αμάν πότε θα γίνω σαν αυτόν και να παίξω στον Ολυμπιακό».
Στη συνέχεια μπαίνει στα αποδυτήρια ένας κοντός σαν εμένα και ένας ακόμα πιο κοντός και αναθάρρησα. Λέω εντάξει αυτόν τον έχω. Ο πρώτος ήταν ο Γιάννης Χέλμης και ο δεύτερος ο Γιώργος Δαρίβας. Κάνω την προπόνηση και ενθουσιάσθηκαν οι Χέλμηδες και αμέσως έφεραν ένα φωτογράφο από τον Πειραιά και μ’ έβαλαν να υπογράψω ένα χαρτί.
Αυτή ήταν η μεταγραφή μου στον Ολυμπιακό που μου στοίχησε 10 δραχ, δηλαδή τα εισιτήριά μας με τον Χατζόπουλο από την Παιανία στο Ν. Φάληρο και μια πορτοκαλάδα που την ήπιαμε παρέα.
Γυρίζω στην Παιανία και έπεσαν πάνω μου οι Παναθηναϊκοί και κυρίως αυτός που είχε εξουσιοδοτηθεί να με πάει την Τετάρτη στον Παναθηναϊκό. Τούς λέω «πήγα στον Ολυμπιακό χθες και έκανα προπόνηση», «υπέγραψες;» «υπέγραψα ένα χαρτί αλλά δεν ξέρω τι ήταν αυτό», «εσύ είσαι παίκτης του Ολυμπιακού και δεν το ξέρεις ακόμα». αυτός ήταν ο διάλογός μας.
Έτσι καθιερώθηκα αμέσως στην Β’ ομάδα του Ολυμπιακού μαζί με τον Αγγελάκη, τον Μπουρτζίκο ένα πολύ μεγάλο σέντερ-φόρ αλλά δεν έπιασαν αυτοί γιατί δεν έπαιξαν. Νωρίτερα είχε έρθει ο θρυλικός Ηλίας Υφαντής και παίζαμε μαζί στην Β’ ομάδα. Εκείνη την εποχή, η Νίκαια είχε έναν πολύ καλό παίκτη τον Γεωργούλη και τον ζητούσε ο Παναθηναϊκός.
Πάνε κάποια στιγμή οι Χέλμηδες να τον πάρουν στον Ολυμπιακό. «Τι δίνετε λένε οι της Νίκαιας για τον Γεωργούλη», «ότι δίνει και ο Παναθηναϊκός», «σύμφωνοι αλλά θα μας δώσετε και τον μικρό Πολυχρονίου», «τι λέτε ρε παιδιά, τον Κώστα, θα σας δώσουμε; Αυτός σε λίγο καιρό θα κάνει 10 Γιωργούληδες» και δεν έπεσαν έξω οι Χέλμηδες.
– Tο «ΦΩΣ» κάποτε σε είχε χαρακτηρίσει ως τον «Χάναπι της Ελλάδος».
–Ο Χάναπι ήταν Αυστριακός παίκτης, ένας πολύ μεγάλος χαφ της Μικτής Ευρώπη. Ήταν και ξανθός. Όταν ήρθε εδώ με την Ραπίντ Βιένης έπαιξε με τον Ολυμπιακό στο Καραΐσκάκης στις 5-1-1958. Τότε κερδίσαμε 2-0 με σκόρερ τους Γιάννη Ιωάννου 29’ και Ηλία Υφαντή 78’. Με την ομάδα της Ραπίντ Βιένης έπαιζαν οι διάσημοι Τσέμαν, Χάπελ, Χάναπι, όλοι της Μικτής Ευρώπης.
– Μετά από τόσα χρόνια τι σας έχει μείνει από τον Ολυμπιακό και γενικά από το ποδόσφαιρο;
–Πέρασα πολύ ευχάριστες στιγμές στον Ολυμπιακό γιατί κατέκτησα πολλά πρωταθλήματα και κύπελλα. Κατέκτησα δόξα και είμαι ακόμα αναγνωρίσιμος στον κόσμο, που είναι ο μεγάλος μας πλούτος. Από το ποδόσφαιρο, αυτό το αγαθό δεν εξαργυρώνεται με όλο το χρυσάφι της γης. Είμαι τυχερός που πήγα στον Ολυμπιακό. Χρήματα εκείνα τα χρόνια δεν παίρναμε πολλά και αν δεν με έβαζε στην ΔΕΗ ο αείμνηστος Παναγιώτης Δούμας σήμερα δεν θα είχα τίποτα.
— Για σας τι ήταν και τι σημαίνει ο Ολυμπιακός;
–Το τι σημαίνει Ολυμπιακός μας το μετέδωσαν οι παλαιοί παίκτες του. Θυμάμαι, παίζαμε με την ΑΕΚ το 1954-55 για το κύπελλο. Σε μια φάση χτυπάω και ανατρέπω τον Παπαθεοδώρου της ΑΕΚ και με παίρνει στο κυνήγι και τρέχω
προς την περιοχή μας. Πέφτω πάνω στον Μουράτη, «βρε μικρέ πού τρέχεις;» «θα με κτυπήσει κ. Αντρέα του λέω», «οι Ολυμπιακοί δεν γυρίζουν πλάτη ποτέ, κάθονται και τρώνε ξύλο» μου λέει. Από τότε δεν γύρισα πλάτη σε κανέναν, έτσι μας γαλούχησαν στον Ολυμπιακό.
Για μένα ο Ολυμπιακός ήταν το σπίτι μου,η αγάπη δεν είχε και δεν έχει καμιά σχέση με αυτό που βλέπουμε να ισχύσει σήμερα από τους παίκτες απέναντι στις ομάδες. Η αγάπη μου ήταν ριζωμένη στην ομάδα. Όταν ήμουν στην καταπακτή να μπω στο γήπεδο ένιωθα να κτυπούν τα τύμπανα του πολέμου, ήταν όλες πολύ συγκινητικές στιγμές .
Ειδικά όταν δεν πηγαίναμε καλά, όλοι μαζί στα αποδυτήρια, κι αν στο ημίχρονο χάναμε λέγαμε όλοι μαζί δεν γίνεται να χάσουμε πάμε να το πάρουμε.
-Γιατί ονομάστηκε Ολυμπιακός «Θρύλος»;
–Ήταν η εποχή της παντοδυναμίας του Ολυμπιακού. Πήρε 6 συνεχόμενα πρωταθλήματα και τρία νταμπλ και ήταν ρεκόρ για την Ευρώπη. 9 παίκτες του Ολυμπιακού έπαιζαν στην Εθνική Ελλάδος, αυτό από μόνο του αποτελούσε θρύλο για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Όποιος έπαιζε στον Ολυμπιακό αισθανόταν ανώτερος από τους άλλους παίκτες. Παίζαμε με ψυχή και δύναμη. Αυτό ήταν το όπλο του Ολυμπιακού.
-Να πάμε λίγο και στις Εθνικές ομάδες που παίξατε από το 1955-56.
–Ξεκίνησα από την Εθνική Νέων το 1955 και σε κάποιο παιχνίδι με την Ισπανία, εκτός έδρας, δεν με είχαν στην αποστολή και βρήκα την ευκαιρία να καταταγώ το 1956 στο Λιμενικό. Εκεί γνώρισα τον Δημήτρη Καλαντζή, ήταν σημαιοφόρος, και είχε παίξει στον Άρη Θεσσαλονίκης και στην Εθνική Ελλάδος. Είχε γίνει ο προστάτης μου στο Λιμενικό. Το 1956 φέρνει ο Δημήτρης Καρέλλας, πρόεδρος του Εθνικού Πειραιώς, τους φυγάδες της Εθνικής Ενόπλων Ουγγαρίας με τους μεγάλους παίκτες Πούσκας, Γκροσιτς, Κόκσιτς, Μπόζικ, Χιντεγκούντι.
Παίζουν με τον Εθνικό στο Καραϊσκάκης και τον συντρίβουν με 7-1. Την επόμενη βδομάδα θα έπαιζαν οι Ούγγροι με την δική μας Εθνική Ενόπλων. Έρχεται στο Λιμενικό ένα τζιπ και ζητάνε τον Κώστα Πολυχρονίου να μεταβεί στο ξενοδοχείο που είχε καταλύσει στην Εκάλη η Εθνική Ενόπλων.
Εκεί, ήταν τα μεγάλα ονόματα Λινοξυλάκης, Υφαντής, Νεστορίδης, Λουκανίδης, Θεοδωρίδης Παπαεμανουήλ, , Στεφανάκος κ.α. Και με βάζει ο προπονητής να πιάσω τον Πούσκας. Νικάμε την Εθνική Ενόπλων της Ουγγαρίας με 2-1 και έχω διαλύσει τον καλπάζοντα Συνταγματάρχη Φέρενς Πούσκας. Την άλλη μέρα το ΦΩΣ έγραφε «ο Πολυχρονίου διέλυσε τον Πούσκας». Την επόμενη μέρα με κάλεσαν στην Εθνική Ελλάδος, αυτό ήταν το καλύτερο παιχνίδι της καριέρας μου. Το επόμενο θύμα μου ήταν ο Ζίστ Φονταίν, ο σέντερ-φορ της Εθνικής Γαλλίας που βγήκε πρώτος σκόρερ στο Μουντιάλ της Σουηδίας το 1958 με 13 τέρματα, ρεκόρ που δεν έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα.
Στη συνέχεια, παίζει η Εθνική Ελλάδος με την Εθνική Γαλλίας στο Πάρκ-ντε Πρένς στις 1-10-1958 προκριματικά κυπέλλου Εθνών Ευρώπης. Παίζουν : Ελλάδα Θεοδωρίδης-Παπουλίδης-Λινοξυλάκης (αρχηγός) Στεφανάκος-Λουκανίδης-Πολυχρονίου-Εμμανουηλίδης-Θεοφάνης-Υφαντής-Χολέβας – Γαλλία Κολονά-Κεμπέλ-Λαφόν-Λερόν-Παβέρν-Μαρσέλ-Ντουί-Ζίστ Φονταίν-Κοπά-Ζιζοσκί-Βενσάν.
Με βάζει ο προπονητής να πιάσω τον Ζίστ Φονταίν και τον συγκράτησα, παρά το γεγονός ότι χάσαμε με 7-1 και ο Φονταίν έβαλε 2 γκολ 26’ και 83’. Ο Σάββας Θεοδωρίδης ήταν ο ήρωας του αγώνα. Για την Ελλάδα το γκολ πέτυχε ο Ηλίας Υφαντής. Από την Γαλλία τα άλλα γκολ πέτυχαν οι Κοπά 23’, Ζιζοσκί 30’ και 27’, Βενσάν 62’ και 86’. Την επόμενη μέρα ο δημοσιογράφος της ΕΚΙΠ Γαλλίας Γκαμπριέλ Ανό με είχε μέσα στα τρία καλύτερα χαφ της Ευρώπης, οι άλλοι δύο ήταν ο Φέρενς Πούσκας και ο Ρώσος Νέτο που είχε περάσει από τον Πανιώνιο ως προπονητής
Εκείνη την περίοδο 1957-58 με είχαν ψηφίσει οι δημοσιογράφοι καλύτερο ποδοσφαιριστή της Ελλάδος ανάμεσα σε μεγάλους παίκτες (Λουκανίδη, Λινοξυλάκη, Νεστορίδη, Υφαντή, Μπέμπη, Θεοδωρίδη, Κοτρίδη, Γ.Ιωάννου, Ρωσσίδη, Πανάκη, Παπαεμανουήλ, Δερμάτη) κ.α. Το έπαθλο μου το παρέδωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής .
Επίσης στις 11-4-1962 είχε έρθει στο Καραϊσκάκης η Γαλατασαράι για φιλικό και έπαιζε ένας μεγάλος παίκτης ο Ρετσέπ. Δεν τον άφησα να ακουμπήσει την μπάλα, νικήσαμε 1-0 με γκολ του Στέλιου Ψύχου. Ήξερε λίγα ελληνικά και είπε «όταν έρθεις στην Τουρκία θα σε «καθαρίσω»». Στην ρεβάνς στις 24-10-1962 στην Κωνσταντινούπολη, τον περίμενα αλλά δεν έπαιξε. ‘Ήρθαμε 1-1 με σκόρερ τους Αρ .Παπάζογλου 6’ και Μπετίν 78’.
Επίσης, στη δεκαετία του 1960, ήμουν μέσα στην καλύτερη ενδεκάδα που ψήφιζαν οι δημοσιογράφοι.
-Να πάμε τώρα στο 1961 στη νίκη του Ολυμπιακού επί της Σάντος του μάγου Πελέ.
–Η μεγαλύτερη ομάδα του πλανήτη τότε. Έκανε μια τουρνέ στη Ευρώπη, είχε κάνει 19 παιχνίδια και είχε μια ισοπαλία με την Ίντερ του Τροπατόνι και τη μοναδική ήττα από τον Ολυμπιακό. Η Σάντος παίζει πρώτα με Παναθηναϊκό και ΑΕΚ. Τους κερδίζει με 3-2 και 3-0 αντίστοιχα. Καθόμαστε μαζί με τον Τζίνα Σιμονόφσκι και παρακολουθώ όλες τις κινήσεις του Πελέ, λέω στον Τζίνα όταν παίξουμε εμείς με Σάντος εγώ μόνο Πελέ θα πιάσω. Εκείνος μου είπε πως τρεις παίχτες δεν είναι ικανοί να τον σταματήσουν αλλά το βράδυ αυτό ήμουν τελικά η σκιά του Πελέ. Εγώ είχα εντοπίσει κάτι που δεν το είχε δει κανένας προπονητής.
Άν ο Πελέ σε έβαζε πρόσωπο τρία μέτρα τον έχανες, σε πέρναγε δεξιά, αριστερά σαν σταματημένο. Έτσι δεν τον άφηνα να πάρει την μπάλα και να φύγει, την διεκδικούσαμε μαζί. Ή θα την κέρδιζα εγώ ή κανείς, στον αέρα είχα εγώ υπεροχή. Σε κάποιο λεπτό του αγώνα ο Κοτρίδης με τον Σορμάνι είχαν πιαστεί στα χέρια και έτρεχε εκεί και ο Πελέ, τον πιάνω αγκαλιά για να μην τον δω σε επεισόδιο γιατί τον είχα σαν θεό μου. Δεν τον χτύπησα ποτέ. Απλά τον έπαιζα δυνατά για να μην ακουμπήσει την μπάλα. Έτσι στο 75’ σε μια μονομαχία στον αέρα έκανε ότι τραυματίσθηκε και αποχώρισε από τον αγώνα εκνευρισμένος. Την επόμενη χρονιά, το 1962, παίξαμε με την Ντούγκλα Πράγας του Γιόζεφ Μάζοπουστ. Είχε βγει πρώτος παίκτης της Ευρώπης. Τον εξουδετέρωσα πλήρως κι αυτόν, φέραμε στο Καραϊσκάκης 0-0.
-Πώς βλέπετε τον σημερινό Ολυμπιακό;
–Ο Ολυμπιακός παίζει σήμερα σε άλλο ταμπλό. Τότε το ποδόσφαιρο δεν είχε τα πολλά χρήματα αλλά είχε τις χάρες του. Ήταν το ατομικό και το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο, που οι σημερινοί παίκτες δεν το νιώθουν και παίζουν μόνο για τα χρήματα. Το αίσθημα που είχαμε με τον κόσμο, ήμασταν δεμένοι, συνυφασμένοι μαζί του, και τον νιώθαμε σαν ένα τοίχο που μας συγκρατούσε. Εγώ ήμουν το κριάρι που χτυπούσε και έπαιζα, αλλά είχα ένα θηρίο πίσω μου και δεν φοβόμουν. Αυτός ο τοίχος ήταν ο κόσμος του Ολυμπιακού. Ποτέ δεν ήρθα σε αντιδικία με τον κόσμο.
Ο κόσμος ξεχνάει τις κακές στιγμές και στη συνέχεια σε αποθεώνει. Όταν ήρθε το καλοκαίρι του 1965 στον Ολυμπιακό ο Μάρτον Μπούκοβι, διάφοροι «σύμβουλοι» έστελναν επιστολές στον Μπούκοβι ότι για να πάρει πρωτάθλημα ο Ολυμπιακός πρέπει να διώξει την τριάδα Γ.Σιδέρης, Μ. Στεφανάκος, Κ.Πολυχρονίου. Μας μάζεψε στα αποδυτήρια ο Μπούκοβι και μας τα είπε όλα αυτά περί επιστολών, και μας είπε χαρακτηριστικά « εγώ παίρνω ένα σφουγγάρι και τα σβήνω όλα αυτά και ξεκινάμε μαζί και αφού ζητάνε πρωτάθλημα θα το πάρουμε με εσάςπαίκτες».
-Στο τελευταίο σας παιχνίδι, στην Ελευσίνα στις 9-6-1968 με τον Πανελευσινιακό 2 ο προπονητής Θανάσης Σούλης σας βάζει για πρώτη και τελευταία φορά δεξιό μπακ. Τι ακριβώς έγινε;
–Με τον Σούλη δεν είχαμε κανένα πρόβλημα. Απλά του έλεγαν οι στρατιωτικοί της Χούντας να κάνει ανανέωση στην ομάδα. Για αυτό και έμεινα στον Ολυμπιακό μέχρι το 1969 χωρίς καμία συμμετοχή.
— κ. Πολυχρονίου έχετε κάποιο περιστατικό να μας να πας αποκαλύψετε που δεν έχει βγει ποτέ στη δημοσιότητα από την καριέρα σας;
–Αυτό τώρα που μου έρχεται στο μυαλό είναι: Σε ένα ματς Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού στην Λεωφόρο, πρέπει να ήταν το 1966 δεν θυμάμαι ακριβώς, σε μια προσπάθειά του ο Μίμης Δομάζος μου έχωσε μια τακουνιά στο γόνατο, πόνεσα πάρα πολύ. Τον κοίταξα και εκείνος γελούσε ειρωνικά, τότε του έδωσα μια μπουνιά και ο διαιτητής που ήταν ξένος μας απέβαλε και τους δυο. Ο τότε πρόεδρος του Παναθηναϊκού Αντώνης Ματζεβελάκης, πήγε στον Μάρτον Μπούκοβι προπονητής μας και τον ρώτησε αν έχει πρόβλημα να πει στον διαιτητή να μπούμε ξανά μέσα. Φυσκά ο Μπούκοβι δεν είχε κανένα πρόβλημα. Τότε πήγε στον διαιτητή και του είπε:
Αυτοί οι δυο είναι αδέλφια και στο σπίτι έτσι κάνουν θα πάνε τώρα στο σπίτι και θα σκοτωθούν. Τότε ήρθε ο διαιτητής και μας είπε θέλετε να ξανά μπείτε μέσα να παίξετε; Νομίζω ότι δεν έχει γίνει ξανά σε επίσημο παιχνίδι πρωταθλήματος να αποβάλλονται δυο παίκτες και να μπαίνουν ξανά μέσα.
— Αυτό είναι παγκόσμια πρωτοτυπία όντος πρώτη φορά το ακούμε κ. Πολυχρονίου, σας ευχαριστώ πάρα πολύ για όσα μας είπατε σας εύχομαι να σας έχει ο θεός καλά.
ΒΙΝΤΕΟ ΟΜΙΛΙΑ ΜΙΜΗΣ ΔΟΜΑΖΟΣ
–Μερικά ιστορικά για τον Κώστα Πολυχρονίου
Το πρώτο του επίσημο παιχνίδι με την φανέλα του Ολυμπιακού ήταν για το Πειραϊκό πρωτάθλημα στις 14-2-1954 στη Νίκαια με τον Ατρόμητο Πειραιά την 10η αγωνιστική 3-0 σκόρερ Ζούνης 2, Υφαντής.
Και για το πρωτάθλημα Ελλάδος το πρώτο παιχνίδι για τον Κώστα ήταν την 1η αγωνιστική στις 13-1-1957 στο Άργος με τον Παναργειακό. 6-1 το αποτέλεσμα, σκόρερ οι Πολυχρονίου 2, Γκαβέζος, Υφαντής, Γ. Ιωάννου, Τσάμης.
Με το τέλος της ποδοσφαιρικής καριέρας του ακολούθησε καριέρα
προπονητή. Ξεκίνησε τη σεζόν 1979-80 στη Α.Ε .Λάρισας. Συνέχισε το 1981-82 στη Ρόδο, το 1983-84 στη Δόξα Δράμας, το 1984 στον Απόλλωνα Σμύρνης, το 1987 στον Λεβαδειακός και το 1993-94 στον Πάγκο του Ολυμπιακού.
Το 1994-98 διαδέχθηκε στον πάγκο της Εθνικής τον Αλκέτα Παναγούλια μετά το Μουντιάλ του 1994 στην Αμερική. Σε 34 αγώνες πέτυχε 17 νίκες, 6 ισοπαλίες και 11 ήττες.
7 πρωταθλήματα Ελλάδος 1955-1956-1957-1958-1959-1966-1967. 9 κύπελλα Ελλάδος 1954-1957-1958-1959-1961-1963-1965-1968.
5 πρωταθλήματα Πειραιά 1955-1956-1957-1958 1959.
Ένα Βαλκανικό κύπελλο το 1963 όταν ο Ολυμπιακός νίκησε στην Κωνσταντινούπολη την Λεύσκυ Βουλγαρίας στον τελικό 1-0 με γκολ του Μίμη Στεφανάκου.
Ο Κώστας Πολυχρονίου είναι ο 18ος σκόρερ του Ολυμπιακού όλων των εποχών από την θέση του αμυντικού μέσου (μόνο τα πρώτα χρόνια της καριέρας του έπαιζε σαν κυνηγός).