Αλλάξαμε προπονητή για να δούμε κάτι καλύτερο,αλλά είδαμε και τα χειρότερα.
Είναι ολοφάνερο ότι το πρόβλημα Εθνική Ελλάδος είναι ότι λείπουν οι παίκτες με προσωπικότητα, λείπουν τα μεγάλα ονόματα.
Και πως να μην λείπουν αφού δεν παίζουν Έλληνες παίκτες στην Super-League προτιμούνται οι ξένοι, και οι Έλληνες βρίσκονται σε δεύτερη μοίρα. Ακόμα και στην Β Εθνική δεν βλέπουμε πολλούς Έλληνες παίκτες.
Άν συνεχιστεί αυτό δεν θα έχουμε αξιόλογη Εθνική Ελλάδος ,αυτό που είδαμε χθες το βράδυ δεν ήταν ποδόσφαιρο ήταν κάτι σαν σκάκι η μπάλα περιφερόταν στο κέντρο, την έχαναν την κέρδιζαν, με λάθος μεταβιβάσεις χωρίς φάσεις στην αντίπαλη περιοχή μετρημένες στα δάχτυλα.
Βλέπαμε ένα υπέροχο στάδιο αυτό της Πόλης του Τάμπερε, και σε μας τους παλαιούς φιλάθλους το μυαλό μας τριγυρνούσε στην εποχή της 10ετίας 1950.
Ήταν 15 Ιουλίου 1952 η Εθνική Ελλάδος θα έπαιζε με την Δανία στην Πόλη Τάμπερε της Φιλανδίας ο αγώνας έληξε με νίκη των Δανών 2-1.
Όμως όλοι ο αθλητές και δημοσιογράφοι μιλούσαν για τον θρυλικό γκολκίπερ του Πανιωνίου Νίκο Πετζαρόπουλο. Οι εφημερίδες της εποχής εκείνης έγραφαν ( Ο Ήρωας του Τάμπερε Νίκος Πετζαρόπουλος ) και κράτησε χαμηλά το σκορ για την Εθνική Ελλάδος και έκανε Ευρώπη και Ελλάδα να παραμιλούν για τις εκπληκτικές αποκρούσεις του.
Ο Νίκος Πετζαρόπουλος ¨ έφυγε¨ από τη ζωή το 1979 σε ηλικία 52 ετών.
Τα ρεπορτάζ των τελευταίων ημερών ήθελαν την Ελλάδα να παρατάσεται
σε διάταξη 4-3-3 και με τους Βλαχοδήμο, Μπακάκη, Μανωλά, Παπασταθόπουλο, Τσιμίκα, Ζέκα, Μπουχαλάκη, Σάμαρη, Κολοβό, Μασούρα, Κουλούρη στην ενδεκάδα. Όλα έμοιαζαν ορθολογικά για ένα εκτός έδρας παιχνίδι με τον χαρακτήρα τελικού.
Ωστόσο ο Φαν’τ Σιπ αποφάσισε τελικά να κατεβάσει την εθνική σε διάταξη 4-2-3-1, με τους Μπάρκα, Τοροσίδη, Μανωλά, Παπασταθόπουλο, Σταφυλίδη, Κουρμπέλη, Μπουχαλάκη, Κολοβό, Βρουσάι, Μασούρα, Κουλούρη. Το σχήμα στον άξονα αποδείχθηκε ατυχές, αφού ούτε αμυντική ασφάλεια έδινε, ούτε ευκολία στην μεταφορά μπάλας. Οι δύο πλάγιοι μπακ δεν βοήθησαν καθόλου δημιουργικά, ενώ μεσοεπιθετικά δεν υπήρχαν ρόλοι.
Προφανώς και ο Τοροσίδης έχει ποιότητα και εμπειρία, αλλά χωρίς καθόλου παιχνίδια στα πόδια του (το είπε μόνος του ο άνθρωπος στις δηλώσεις μετά το παιχνίδι), μοιραία δεν είχε ρυθμό στο ματς. Ο Σταφυλίδης ήταν βαρύς, οι Κουρμπέλης – Μπουχαλάκης ‘αταίριαστοι’ ως δίδυμο, ο Κολοβός σε κακή μέρα και χωρίς ένταση, ο εξαιρετικά ταλαντούχος Βρουσάι εντελώς άπειρος σε παιχνίδια τέτοιων συνθηκών. Ο Φαν’τ Σιπ πήρε μια σειρά από ρίσκα, που αποδείχθηκαν αχρείαστα και ζημιογόνα στην εξέλιξη του ματς. Αφήνοντας εκτός τον ‘ενεργό’ Μπακάκη, τον εξαιρετικά φορμαρισμένο Τσιμίκα, τον ‘σκύλο’ Ζέκα και τον καλό δημιουργό Σάμαρη.
Πόνταρε στο λάθος μας η Φινλανδία
Οι γηπεδούχοι επέλεξαν ουσιαστικά να δώσουν τον ρόλο του φαβορί στην Ελλάδα, καθώς άφησαν την μπάλα στους παίκτες του Φαν’τ Σιπ και περίμεναν στο μισό γήπεδο για να ασκήσουν πίεση. Στόχος των Φινλανδών του κόουτς Κάνερβα ήταν να ‘πείσουν’ τους αντιπάλους τους να ανέβουν ψηλά προς τη μεσαία γραμμή και εκμεταλλευόμενοι οποιοδήποτε λάθος, να ‘χτυπήσουν’ στον χώρο μέσα από μια κόντρα επίθεση.
Το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν διπλό: δεν είχε καλή κυκλοφορία της μπάλας στον άξονα, έπασχε από κίνηση ανάμεσα στις γραμμές και δεν υπήρχαν συνεργασίες στο τρίτο μισό του αγωνιστικού χώρου προς την επίθεση. Την ίδια στιγμή δεν είχε ούτε καλές επιστροφές, ούτε σωστές τοποθετήσεις αμυντικά.
Η επιφυλακτικότητα των γηπεδούχων ισορροπούσε την κατάσταση, έτσι η Ελλάδα δεν κινδύνευσε ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος. Αλλά ούτε και απείλησε με συνέπεια. Ήταν ευδιάκριτη τόσο η απουσία της αγωνιστικής χημείας των παικτών της ενδεκάδας, όσο και των ρόλων ανά θέση. Το πρώτο 45λεπτο έφυγε χωρίς σκορ και η εθνική μας είχε στην διάθεση της άλλο ένα για να πάρει το μοναδικό αποτέλεσμα που ήθελε σε αυτόν τον ‘τελικό’: τη νίκη.
Ο Κουρμπέλης έδωσε πάτημα στον Μουνουέρα
Το ξεκίνημα του δεύτερου μέρους βρήκε τους παίκτες της Ελλάδας ανεξήγητα νευρικούς, με τον Φαν’τ Σιπ να προσπαθεί να τους ηρεμήσει αλλά μάταια. Η αλήθεια είναι πως αυτή η αβεβαιότητα που μαρτυρούσε την συνολική λειτουργία των διεθνών στο χορτάρι, οφειλόταν σε σημαντικό βαθμό από τις παράτολμες επιλογές του Ολλανδού τεχνικού σε πρόσωπα και τακτική.
Γρήγορα το ματς ‘χλώμιασε’ για την Ελλάδα, με τον ρέφερι Χουάν Μαρτίνεθ Μουνουέρα να βλέπει πέναλτι στο (μάλλον αχρείαστο) μαρκάρισμα του Κουρμπέλη στον Καμαρά και την ευκολία με την οποία ο χαφ των γηπεδούχων βρέθηκε στο χορτάρι. Τραβηγμένη από τα μαλλιά η υπόδειξη του Ισπανού, που βρήκε πάτημα από τον διεθνή χαφ για να καταλογίσει παράβαση.
Ο Πούκι με ψυχραιμία από τα 11 βήματα εκτέλεσε τον Μπάρκα για το 1-0 στο 52′. Η Ελλάδα πλέον είχε μπροστά της ένα βουνό που έπρεπε να ανέβει, προκειμένου να μην αποχαιρετήσει πρόωρα κάθε ρεαλιστική ελπίδα πρόκρισης στο Euro 2020.
Ούτε τις αλλαγές πέτυχε ο Φαν’τ Σιπ
Η πρώτη κίνηση του Φαν’τ Σιπ από τον πάγκο ήρθε με την συμπλήρωση μιας ώρας αγώνα και τον Πέλκα να παίρνει θέση στην ενδεκάδα αντί του Κολοβού. Ακολούθησε η είσοδος των Μπακάκη και Παυλίδη στην αναμέτρηση, με τον φορ της Βίλεμ να αντικαθιστά τον Κουλούρη. Περίεργη επιλογή -και αυτή- του Φαν’τ Σιπ, αφού το πρόβλημα δεν ήταν η απόδοση του επιθετικού της Τουλούζ αλλά το γεγονός πως η μπάλα δεν έφτανε σε αυτόν ούτε με αίτηση. Ξέχωρα από αυτό, η Ελλάδα έχανε ένα ματς που ήθελε μόνο τη νίκη. Η ισοπαλία δεν της έκανε… Μοιραία, τίποτα δεν άλλαξε μέχρι το τέλος και κάπου εδώ σώθηκε η βενζίνη της εθνικής στην πορεία για το Euro 2020.
Η Ελλάδα είχε να διανύσει έναν δύσκολο δρόμο, αλλά δυστυχώς έμεινε σταθερά αβοήθητη από τον πάγκο. Η επιλογή του Άγγελου Αναστασιάδη αποδείχθηκε καταστροφική και ο Γιον Φαν’τ Σιπ στο ντεμπούτο του δεν μπόρεσε να καθοδηγήσει τους διεθνείς με ασφάλεια. Η συνέχεια προβλέπεται εξαιρετικά ζόρικη. Γενικά.